Ο μύθος του Ερυσίχθονα
Ο Ερυσίχθονας ήταν βασιλιάς στην Θεσσαλία κι είχε αποκτήσει
μια μεγάλη φήμη την εποχή της βασιλείας του. Η φήμη του όμως δεν είχε να κάνει
ούτε με ηρωϊκά κατορθώματα, ούτε για την καλή διαφέντευση του λαού του, ούτε
για την καλοσύνη του. Είχε να κάνει με την σκληρότητα του, τον οξύθυμο
χαρακτήρα του και την πλεονεξία του.
Θέλοντας να χτίσει ένα πολύ μεγαλόπρεπο παλάτι που θα το
θαύμαζαν όσοι θα το έβλεπαν αποφάσισε να κόψει ξύλα από ένα δάσος κοντά στο
παλάτι που είχε ως τότε.
Την εποχή εκείνη πιστευόταν πως μέσα σε κάθε δέντρο ζούσε κι
από μια νύμφη του δάσους που λεγόταν Δρυάς. Όσο καιρό ζούσε το δέντρο ζούσε κι
η νύμφη που κατοικούσε μέσα σ' αυτό. Τις Δρυάδες προστάτευε η θεά Δήμητρα, η
θεά της γεωργίας, και για αυτό το λόγο όλοι οι άνθρωποι έκοβαν ξύλα μόνο όταν
τους ήταν απαραίτητα.
Παρόλα αυτά ο Ερυσίχθονας άρχισε να κόβει αλόγιστα τα δέντρα
του δάσους και πολλά δέντρα έπεφταν κάτω από αυτόν τον ίδιο και τους δούλους
του. Κάποια στιγμή βρέθηκε μπροστά στο μεγαλύτερο και γηραιότερο δέντρο του
δάσους και σήκωσε το τσεκούρι του για να το πελεκήσει και να το ρίξει κάτω. Οι
άνδρες που τον συνόδευαν, έχοντας δει την κατάχρηση που έκανε εξαιτίας της
πλεονεξίας του, προσπάθησε να τον μεταπείσει με γλυκά λόγια και του είπαν πως
φοβόντουσαν μήπως ξεσπούσε πάνω του η οργή της Δήμητρας. Μα ο Ερυσίχθονας όχι
μόνο δεν υπολόγισε τις παραινέσεις των ανδρών του αλλά και καταφέρθηκε με
σκληρά λόγια τόσο για το δέντρο, τις Δρυάδες αλλά και για την θεά της γεωργίας.
Σαν έπεσε κάτω το μεγάλο δέντρο οι υπόλοιπες Δρυάδες πήγαν
κλαίγοντας στη θεά και της είπαν για την άσχημη συμπεριφορά του Ερυσίχθονα, για
την κατάχρηση των δέντρων που έκανε αλλά και για τα σκληρά λόγια που ξεστόμισε
για την ίδια την θεά. Η Δήμητρα εξοργίστηκε τόσο πολύ που αποφάσισε να του
επιβάλλει ένα ατελείωτο μαρτύριο για να παραδειγματίσει τόσο εκείνον όσο κι
όσους δεν θα της έδειχναν τον πρέποντα σεβασμό.
Πήγε και βρήκε την θεά Πείνα και την πρόσταξε να υποβάλλει
τον άτυχο βασιλιά στο μαρτύριο της. Η Πείνα ήταν μια θεά άσχημη, γερασμένη,
κίτρινη στην όψη και πολύ αδύνατη ενώ ζούσε απομονωμένη από όλους τους
ανθρώπους ακόμα και τους Θεούς. Η Πείνα λοιπόν υπάκουσε αμέσως στην προσταγή
της Δήμητρας και γρήγορα πήγε και βρήκε τον Ερυσίχθονα την ώρα που κοιμόταν.
Αφού έσκυψε επάνω του φύσηξε μέσα στο στόμα του την αθάνατη πνοή της κι έτσι
έκανε τον βασιλιά της Θεσσαλίας να πεινάει συνεχώς. Ο Ερυσίχθονας άρχισε να
υποφέρει καθώς έβλεπε ότι η πείνα του δε μπορούσε να κορεστεί με κανένα τρόπο,
όσο κι αν έτρωγε. Οι δούλοι του συνεχώς του έψηναν φαγητά όμως εκείνος δε
μπορούσε να χορτάσει με τίποτα. Σύντομα άρχισε να χάνει όλο του το βιός για να
μπορεί να έχει χρήματα ώστε να αγοράζει φαγητά κι αναγκάστηκε να πουλήσει το
παλάτι του, τους δούλους του και στο τέλος πούλησε και την όμορφη μοναχοκόρη
του, τη Μήστρα.
Η Μήστρα είχε αγαπηθεί από τον Ποσειδώνα ο οποίος της είχε
χαρίσει την ικανότητα να μεταμορφώνεται σε όποιο ζώο ήθελε. Η κοπέλα λοιπόν
πολλές φορές πουλήθηκε από τον πατέρα της και μεταμορφωνόταν σε ζώο πηγαίνοντας
έτσι κοντά του για να πουληθεί και πάλι. Μια μέρα η Μήστρα άργησε να πάει κοντά
στον πατέρα της κι ο Ερυσίχθονας, νιώθοντας το μαρτύριο της ατελείωτης πείνας
να τον βασανίζει επέβαλε στον εαυτό του τον πιο βασανιστικό, επώδυνο και
ταπεινωτικό θάνατο.