Η επινόηση της Οπλιτικής Φάλαγγας


Η  επινόηση  του  οπλιτικού  τρόπου  πολέμου  και  της  οπλιτικής  φάλαγγας  αποτελεί  μία  από  τις  μεγαλύτερες  «επαναστάσεις»  στην  παγκόσμια  στρατιωτική  Ιστορία.  Οι  περισσότεροι  μελετητές  την  θεωρούν  εξίσου  σημαντική  με  την  εφεύρεση  της  σέλας  με  αναβολείς  η  οποία  κατέστησε  το  σιδηρόφρακτο  ιππικό  κυρίαρχο  των  μαχών  ή  με  την  επινόηση  των  πυροβόλων  όπλων  η  οποία  μετέβαλε  για  πάντα  το  πρόσωπο  του  πολέμου.

Η  απομάκρυνση  των  νοτίων  Ελλήνων  από  την  πολιτειακή  οργάνωση  του  φυλετικού  κράτους,  η  πρόοδος  του  θεσμού  της  ελληνικής  πόλης  και  οι  κοινωνικοοικονομικές  εξελίξεις  που  συνόδευσαν  αυτή  την  θεμελιώδη  αλλαγή,  είχαν  προχωρήσει  σημαντικά  κατά  το  τέλος  της  Γεωμετρικής  περιόδου.  Οι  νέες  συνθήκες  που  δημιουργήθηκαν,  οδήγησαν  τους  Έλληνες    στην  επινόηση  του  οπλιτικού  πολέμου  και  του  αντίστοιχου  νέου  είδους  πολεμιστή,  του  καθαυτό  οπλίτη.  Υπάρχει  μεγάλη  διχογνωμία  σχετικά  με  το  ερώτημα  ποια  ήταν  η  νοτιοελληνική  περιοχή  όπου  εμφανίστηκε  για  πρώτη  φορά  το  νέο  σύστημα  μάχης.  Οι    Αργείοι,  οι  Θηβαίοι,  οι  Σπαρτιάτες  ή  οι  Μαντινείς  αναφέρονται  ή  υπονοούνται  από  διάφορους  αρχαίους  συγγραφείς  ως  οι  εφευρέτες  του  νέου  τρόπου  πολέμου.

 Η  ισχυρότερη  άποψη  μεταξύ  των  μελετητών  είναι  αυτή  που  υποστηρίζει  ότι  οι  οπλιτικές  τακτικές  πρωτοεμφανίστηκαν  σε  κάποιο  κράτος  ή  ομάδα  γειτονικών  κρατών  της  ανατολικής  ή  της  νότιας  Πελοποννήσου,  σε  δωρική  ή   αρκαδική  περιοχή.  Θα  πρέπει  να  αποκλείσουμε  από  τους  πιθανούς  επινοητές  της  οπλιτικής  φάλαγγας  την  Κόρινθο,  τη  Σικυώνα  και  τις  μικρές  πόλεις-κράτη  της  Αργολίδας  διότι  οι  κάτοικοι  τους  την  υιοθέτησαν  υπό  την  επίδραση  των  Αργείων  του  τυράννου  Φείδωνος.  Ομοίως  πρέπει  να  αποκλείσουμε  την  Αθήνα  και  την  ευρύτερη  Αττική  για  παρόμοιους  λόγους.

Θεωρείται  συχνά  ότι  ο  νέος  σχηματισμός  εμφανίστηκε  στο  πεδίο  της  μάχης  κατά  τους  Μεσσηνιακούς  πόλεμους  ή    κατά  την  διάρκεια  των  πολέμων  μεταξύ  Σπάρτης  και  Άργους  με  αποφασιστικότερη  αναμέτρηση  την  μάχη  των  Υσιών  (669/8  π.Χ.).    Αξίζει  να  παρατηρηθεί  ένα  σημαντικό  στοιχείο:   το  Άργος  υπάρχει  σχεδόν  πάντα  στις  αρχαίες  αναφορές  και  στις  σύγχρονες  θεωρίες  περί  της  επινόησης  του  οπλιτικού  συστήματος  μάχης.  Η  πόλη  ήταν  ιδιαίτερα  ισχυρή  κατά  τους  8ο-7ο  αιώνες  π.Χ.,  και  η    οπλιτική  ασπίδα  ήταν  γνωστή  στην  αρχαιότητα  ως  «αργολική».  Τα  προαναφερόμενα  δίνουν  ενδεχομένως  ένα  προβάδισμα  στους  Αργείους  ως  πιθανούς  επινοητές  μιας  πρωταρχικής    μορφής    της  φάλαγγας  οπλιτών.  Οι  γειτονικές  πόλεις  θα  την  παρέλαβαν  από  αυτούς  και  θα  την  εξέλιξαν  με  διαφορετικούς    τρόπους  μέχρι  την  τελική  σύγκλιση  όλων  των  παραλλαγών  της  στον  κλασικό  της  τύπο.   
Οι  Αργείοι  του  Φείδωνος    προτάθηκαν  με  ικανά  επιχειρήματα  από  σύγχρονο  ιστορικό,  ως  οι  πρώτοι  που  χρησιμοποίησαν  σχηματισμούς  οπλιτών  στις  Υσιές  εναντίον  των  Σπαρτιατών.



Ισχυρή  είναι  και  η  θεωρία  που  υποστηρίζει  ότι  ο  οπλιτικός  πόλεμος  επινοήθηκε  στην  Εύβοια,  στο  Ληλάντιο  πεδίο  μεταξύ  Χαλκίδας  και  Ερέτριας,  κατά  τους  ατέρμονους  πολέμους    μεταξύ  αυτών  των  πόλεων-κρατών.  Οι  πόλεμοι  Χαλκίδας-Ερέτριας  ξεκινούν  με  την  καταστροφή  της  πόλης  του  Λευκαντίου  (Παλαιάς    Ερέτριας)  από  τους  Χαλκιδαίους,  πιθανώς  με  την  βοήθεια  των  Θηβαίων,  περί  το  825  π.Χ.  Αμφότερες  η  Χαλκίδα  και  η  Ερέτρια  είχαν    ιωνική  πληθυσμιακή  βάση  αλλά  οι  ευγενείς  πρόμαχοι  των  στρατών  τους  ανήκαν  στο  ελληνικό  φύλο  των  Αβάντων  το  οποίο  ζούσε  στην  Εύβοια  από  τη  μυκηναϊκή  περίοδο,  πριν  την  έλευση  των  Ιώνων  εποίκων  στο  νησί. 

Ο  Όμηρος  περιγράφει  στην  Ιλιάδα  την  πολεμική  τακτική  και  πρακτική  των  Αβάντων,  η  οποία  θυμίζει  αρκετά  τον  οπλιτικό  τρόπο  πολέμου.  Πρέπει,  επιπροσθέτως,  να  παρατηρηθεί  ότι  η  Εύβοια  υπήρξε  σημαντική  παραγωγός  όπλων  περί  το  χρονικό  μεταίχμιο  μεταξύ  8ου  και  7ου  αι  π.Χ.  και  ότι  διατήρησε  την  αβαντική  πολεμική  παράδοση.  Την  άποψη  υπέρ  της  εφεύρεσης  της  φάλαγγας  οπλιτών  στην  Εύβοια  ή  στην  γειτονική  της  Βοιωτία,  ενισχύει  και  η  αρχαία  αναφορά  ότι  οι  Σπαρτιάτες  διδάχθηκαν  τη  χρήση  του  οπλιτικού  πολέμου  από  έναν  Θηβαίο  κατά  τη  διάρκεια  του  Α΄  Μεσσηνιακού  πόλεμου.  Η  Θήβα  βρίσκεται  κοντά  στο  Ληλάντιο  πεδίο  της  Εύβοιας  και  αναμειγνυόταν  από  νωρίς  στους  πολέμους  μεταξύ  Ερέτριας  και  Χαλκίδας,  υποστηρίζοντας  τη  δεύτερη.

Οι  Θηβαίοι  αποτελούσαν  πάντα  έναν  από  τους  πιθανότερους  επινοητές  του  οπλιτικού  συστήματος  μάχης  το  οποίο  ίσως  μετέδωσαν  στην  Εύβοια  και  την  Πελοπόννησο.  Η  πλούσια  πεδιάδα  που  περιβάλει  την  πόλη  τους,  παρείχε  τον  πλούτο  για  τη  συντήρηση  μιας  φιλοπόλεμης  αριστοκρατίας  η  οποία  μπορούσε  από  νωρίς  να  πειραματίζεται  πάνω  σε  νέα  συστήματα  μάχης  και  νέα  όπλα.

hoplite helmet
Οπλιτική  περικεφαλαία  θρακοφρυγικού  τύπου  του  4ου  αι.  π.Χ.
-
Αυτό  που  πιθανώς  συνέβη  είναι  ότι  ο  οπλιτικός  πόλεμος  και  η  φάλαγγα  οπλιτών  δημιουργήθηκαν  μέσα  από  μια  διαδικασία  «πολυγένεσης»  σε  μια  ευρεία  περιοχή  με  πιθανό   επίκεντρο  το  Άργος,  η  οποία  συγκέντρωνε  τις  πρώτες  πόλεις-κράτη.  Όλα  τα  κράτη  του  χώρου  από  τη  Βοιωτία  και  την  Εύβοια  μέχρι  τη  νότια  Πελοπόννησο,  συνέβαλαν  με  τις  επιμέρους  επινοήσεις  τους  στην  τελική  διαμόρφωση  του  σχηματισμού  της  οπλιτικής  φάλαγγας.  Σύντομα,  ο  νέος  τρόπος  πολέμου  διαδόθηκε  στις  ελληνικές  μικρασιατικές  πόλεις  και  συνόδευσε  παντού  τους  Έλληνες  αποίκους,  από  το  Εμπόριο  στην  Ισπανία  έως  τη  Διοσκουριάδα  στην  Υπερκαυκασία.  Επιπροσθέτως,  η  οπλιτική  φάλαγγα  υιοθετήθηκε  από  αρκετούς  ξένους  λαούς,  π.χ.  τους  Κάρες,  τους  δυτικούς  Λυδούς,  τους  Λύκιους,  τους  Ετρούσκους,  τους  Ουμβρους,  τους  Έλυμους,  τους  Λατίνους,  τους  αρχαϊκούς  Ρωμαίους  κ.α.

Παρά  την  επιτυχία  του,  ο  οπλιτικός  πόλεμος  δεν  κυριάρχησε  σε  όλες  τις  ελληνικές  χώρες.    Η  Αιτωλία, η  Ακαρνανία  και  η  Θεσσαλία  δεν  εισήγαγαν  ποτέ  τον  θεσμό  της  καθαυτό  πόλης-κράτους.  Κατά  την  ελληνιστική  περίοδο  χρησιμοποίησαν  τον  θεσμό  για  την  πολιτειακή  οργάνωση  τους  αλλά  υπό  την  ευρύτερη  οργάνωση  Συμπολιτειών  και  όχι  ως  αυτοτελή  κρατική  μονάδα.  Για  αυτόν  τον  λόγο  δεν  υιοθέτησαν  την  οπλιτική  φάλαγγα  παρά  σε  περιορισμένο  βαθμό.  Η  Μακεδονία  και  η  Ήπειρος  δεν  διασπάσθηκαν  ποτέ  σε  πόλεις-κράτη,  με  τις  οποίες  ταυτιζόταν  ο  πολίτης-οπλίτης.  Η  πρώτη  ανέπτυξε  υπό  τον  Φίλιππο  Β΄  έναν  ισχυρότερο  σχηματισμό  μάχης,  τη  μακεδονική    φάλαγγα.  Ο  γιος  του  Αλέξανδρος  και  ο  Πύρρος  την  εξέλιξαν  περισσότερο  ώσπου  αυτή  υποκατέστησε  οριστικά  το  σύστημα  μάχης  που  βασιζόταν  στον  οπλίτη  (3ος  αιώνας  π.Χ.).
-
Περικλής  Δεληγιάννης
-
ΠΗΓΕΣ
(1)               Ηρόδοτος:  ΙΣΤΟΡΙΑ,  Εκδόσεις    Κάκτος,  Αθήνα.
(2)               Διόδωρος  Σικελιώτης  :  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ    ΙΣΤΟΡΙΚΗ,  Εκδόσεις    Κάκτος,  Αθήνα    1998
(3)               Ξενοφών:  ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ    ΠΟΛΙΤΕΙΑ,  Εκδόσεις    Κάκτος,  Αθήνα    1996
(4)               Πλούταρχος  :  ΒΙΟΙ    ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ,  Εκδόσεις    Κάκτος,  Αθήνα.



.

AddThis

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙ Σ


.

RANDOM POST