Διογένης ο Κυνικός
Ο Διογένης ο «Κυνικός», Έλληνας φιλόσοφος, γεννήθηκε στη Σινώπη περίπου το 412 π.Χ., (σύμφωνα με άλλες πηγές το 399 π.Χ.), και πέθανε το 323 π.Χ στην Κόρινθο, σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο, την ημέρα που ο Αλέξανδρος ο Μέγας πέθανε στη Βαβυλώνα. Εξαιτίας της απόστασης, και εξαιτίας του γεγονότος ότι η ημερομηνία θανάτου του Διογένη δεν είναι ακριβώς γνωστή, ο Λαέρτιος πιθανώς παραθέτει κάποιον θρύλο.
Ένας άλλος θρύλος αναφέρει ότι ο Σωκράτης πέθανε την ημέρα της γέννησης του Διογένη.
Θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος της Κυνικής Φιλοσοφίας. Χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του. Πίστευε πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί κανείς να την εξασφαλίσει.
Το Κυνικό του πνεύμα.
Η κυνική φιλοσοφία λέγεται έτσι γιατί είχε ως έμβλημά τον “κύωνα” (σκύλος στα αρχαία ελληνικά). Δήλωναν πως “εμείς διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους διότι εμείς δεν δαγκάνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε”.
Γεννήθηκε στη Σινώπη, αλλά εξορίστηκε για άγνωστο αδίκημα και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Όταν οι Αθηναίοι τον κορόιδευαν πως οι Σινωπείς τον είχανε εξορίσει αυτός με αστεϊσμό απαντούσε: “Εγώ τους καταδίκασα να μείνουν εκεί”.
Στην Αθήνα παρακολουθούσε μαθήματα κοντά στον ιδρυτή της κυνικής φιλοσοφίας Αντισθένη. Παροιμιώδης έμεινε η απλότητα, η λιτότητα, το ελεγκτικό και χλευαστικό πνεύμα του απέναντι στους άλλους. Η παράδοση λέει ότι είχε μόνιμη κατοικία του ένα πυθάρι και γυρνούσε στους δρόμους όλη μέρα με ένα φανάρι. Όταν τον ρωτούσαν τι το χρειάζεται το φανάρι την ημέρα, αυτός απαντούσε: “Αναζητώ τον άνθρωπο”. Επιγραμματικό είναι και αυτό που είπε κάποτε, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος έστειλε γράμμα στον Αντίπατρο, με κάποιο αγγελιαφόρο που ονομαζόταν Αθλίας : “Aθλίας, παρ’ αθλίου, δι’ Αθλίου προς άθλιο” (Ο άθλιος στέλνει άθλια επιστολή με τον Άθλιο προς έναν άθλιο).
Η διδασκαλία του.
Ο Διογένης έθιξε αποκλειστικά κοινωνικά και ηθικά προβλήματα. Η διδασκαλία του ήταν ουσιαστικά επαναστατική και ανατρεπτική για την τάξη που επικρατούσε τότε. Προσπάθησε με τα επιχειρήματα του να αλλάξει την ανθρώπινη κοινωνία που είχε διαφθαρεί. Αυτό κατά τη γνώμη του θα γινόταν δυνατό αν ο άνθρωπος επέστρεφε στην φύση. Πίστευε δηλαδή πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί να την εξασφαλίσει. Ο Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει μεγάλο κατάλογο από έργα του Διογένη του Κύνου από τα οποία σώζονται αρκετά δυστυχώς όχι στη ελληνική.
Η διδασκαλία του με παραδείγματα.
Στην Αθήνα ο Διογένης έδωσε μια πολύ μεγάλη ώθηση στον Αστεϊσμό. Χρησιμοποιούσε το λογοπαίγνιο ως “Κύνας” (σκύλος), “δαγκάνοντας τους φίλους για να τους διορθώσει” κατά την Κυνική φιλοσοφία.
Ο Κύων “δαγκάνει” τον Διδύμωνα.
Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιας κοπέλας. Ο Διογένης τον βλέπει γνωρίζει ότι ο Διδύμων ήταν τύπος ερωτύλος. Και του λέει “Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμό, φθείρεις την κόρην”.
Ο Κύων “δαγκάνει” έναν οικοδεσπότη.
Είναι ο Διογένης καλεσμένος σε ένα γεύμα και πηγαίνει στο λουτρό για να πλυνθεί πριν φάει. Αλλά το λουτρό είναι πολύ βρώμικο. Δεν παραπονιέται, ώστε να μην προσβάλει τον οικοδεσπότη αλλά με αστεϊσμό ρωτά “Οι εδώ λουόμενοι, που πλένονται κατόπι;”.
Ο Κύων “δαγκάνει” έναν μοχθηρό πολίτη.
Θέλησε κάποτε να πειράξει ένα μοχθηρό τύπο αφού έβλεπε τις πράξεις του και είχε ακούσει γι’ αυτόν. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να βάζουν πάνω από την είσοδο του σπιτιού τους ένα θυραίο. Αυτό ήταν ένα σύμβολο, σήμα ή ρητό που διάλεγαν για την οικία τους. Ο μοχθηρός αυτός άνδρας είχε βάλει πάνω από την πόρτα της οικίας του το εξής ρητό: “ΜΗΔΕΝ ΕΙΣΕΙΤΟ ΚΑΚΟ” (Να μην μπει κανένα κακό). Έτσι, Διογένης κτύπησε την πόρτα και ρώτησε: “Ο οικοδεσπότης από πού μπαίνει;”
Ο Κύων “δαγκάνει” τον Μέγα Αλέξανδρο.
Ο Μέγας Αλέξανδρος κάποτε θέλησε να πειράξει τον Διογένη και αφού έλεγε ότι ήταν Κύων, του έστειλε ένα πιάτο κόκκαλα. Μετά όταν τον συνάντησε τον Διογένη τον ερώτησε: ”Πώς σου φάνηκε Κύων το δώρο μου;” Και ο Διογένης του απάντησε “Ήταν άξιο για κύωνα, αλλά καθόλου άξιο για Βασιλέα”.
Συνάντηση Διογένη Κυνικού μετά Μακεδόνος Βασιλέως Αλεξάνδρου.
Σύντομο Ιστορικό της συνάντησης
Ο Διογένης είχε συλληφθεί αιχμάλωτος και κατάληξε στα δουλοπάζαρα στην Κόρινθο. Ο Ξενιάδης, πλούσιος, αριστοκράτης της εποχής, είδε τον Διογένη και θέλησε να τον αγοράσει. Συζήτησε με τον δουλέμπορο και ο δουλέμπορος πλησίασε τον Διογένη και του είπε: “Αυτός ενδιαφέρεται να σε αγοράσει, τι δουλειά ξέρεις να κάνεις να του πω;”. Ο Διογένης με λογοπαίγνιο απαντά “Ανθρώπων Άρχων”. Το λογοπαίγνιο αυτό, ενός δούλου άρεσε στον Ξενιάδη που χαμογέλασε και τον αγόρασε, αφού αντιλήφθηκε τις δύο έννοιες που με οξυδέρκεια έθεσε ο Διογένης: “Διοικώ τους ανθρώπους και διδάσκω στους ανθρώπους αρχές”. Ο Ξενιάδης ανάθεσε στον Διογένη τη διδασκαλία των παιδιών του και έτσι ο Διογένης έμεινε στο Κράθειον, ένα προάστιο της Κορίνθου.
Ο Μέγας Αλέξανδρος είχε ένα εκπαιδευτή, τον Λεωνίδα, που ήταν μυημένος στην κυνική φιλοσοφία. Γνώστης της κυνικής φιλοσοφίας ο Αλέξανδρος γνώριζε για τον Διογένη, για τα διδάγματά του, το ύφος και το πνεύμα του. Όταν ο Αλέξανδρος ήταν στην Κόρινθο, ήθελε να τον γνωρίσει και έστειλε ένα υπασπιστή του να βρει τον Διογένη και να του τον παρουσιάσει. Αφού ο υπασπιστής τον εντόπισε, του είπε: “Σε ζητεί ο Βασιλεύς Αλέξανδρος να σε δει”. Ο Διογένης απάντησε “Εγώ δεν θέλω να τον δω. Εάν θέλει αυτός ας έρθει να με δει”. Πράγματι, ο Αλέξανδρος πήγε να δει τον Διογένη.
Η συνάντηση
Ο Αλέξανδρος πλησιάζει το φιλόσοφο και του λέει: “Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος”. Ο Διογένης ατάραχος απαντά “Και ‘γώ είμαι ο Διογένης ο Κύων”. Ο Μέγας Αλέξανδρος απορεί και τον ρωτάει: “Δε με φοβάσαι;” Ο Διογένης απαντάει: “Και τι είσαι; Καλό ή κακό;”. Ο Αλέξανδρος μένει σκεπτικός. Δεν μπορεί ένας βασιλιάς να πει ότι είναι κακό, και άμα είναι καλό, γιατί κάποιος να φοβάται το καλό;
Αντί να απαντήσει ο Αλέξανδρος τον ερωτά εκ νέου: “Τι χάρη θες να σου κάνω;” Και ο Διογένης ξανά με λογοπαίγνιο απαντά: “Αποσκότισόν με”. Βγάλε με δηλαδή από το σκότος, τη λήθη, και δείξε μου την αλήθεια. Με το έξυπνο λογοπαίγνιο του Διογένη, η απάντηση του μπορεί και να εννοηθεί έως: “Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο”, καθώς οι κυνικοί πίστευαν πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη λιτότητα, στη ζεστασιά του ήλιου και δεν ζητεί τίποτα από τα υλικά πλούτη.
Μόλις το άκουσε αυτό ο Αλέξανδρος είπε το περίφημο: “Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης”.
Ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Διογένης είχαν μια μακρά συζήτηση με μεγάλη σημασία που σώθηκε από τον Δίονα τον Πλουσαραίο. Σε αυτή ο Διογένης εξηγεί στον Αλέξανδρο πότε ένας βασιλέας είναι ωφέλιμος. Ο Διογένης αποδίδει την ωφελιμότητα ενός βασιλιά στο Εάν είναι ωφέλιμος στο λαό. Για να δώσει ένταση σε αυτόν τον ισχυρισμό του λέει: “Εάν κατακτήσεις όλη την Ευρώπη και δεν ωφελήσεις τον λαό, τότε δεν είσαι ωφέλιμος. Εάν κατακτήσεις όλη την Αφρική και την Ασία και δεν ωφελήσεις τον λαό, πάλι δεν είσαι ωφέλιμος. Ακόμα και εάν περάσεις τις στήλες του Ηρακλέους και διανύσεις όλο τον ωκεανό και κατακτήσεις αυτή την ήπειρο που είναι μεγαλύτερη της Ασίας και δεν ωφελήσεις τον λαό, πάλι δεν είσαι ωφέλιμος γιατί δεν ωφελείς το σύνολο”.
Πηγή